29 Δεκ 2010
«Μην υποτιμάτε τους πληβείους» Το… μήνυμα των πολιτών – Μια… ετεροχρονισμένη εκλογική παρέμβαση (Μέρος 2ο)
(Συνέχεια…) Η δυσθυμία και η διαμαρτυρία τροφοδοτούνται από την παρακμή και τον εκφυλισμό της επίσημης πολιτικής, από την αδυναμία της να επιλύσει τα προβλήματα της κοινωνίας, από τη διαπλοκή της με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, από την καθυπόταξή της στους κώδικες του τηλεοπτικού θεάματος. Ουδείς πιστεύει πλέον ότι το σημερινό πολιτικό κατεστημένο είναι σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά την οικονομική και κοινωνική κατάρρευση που είναι προ των πυλών.
«Όσοι, λοιπόν, ισχυρίζονται ότι ο ελληνικός λαός ενέκρινε τα μέτρα και την κατεδάφιση ιστορικών κοινωνικών κατακτήσεων, πρέπει επίσης να δεχθούν ότι ζούμε σε μια παρωδία «δημοκρατίας» όπου αυτό που περνά για πολιτική, όχι μόνο δεν έχει καμιά σχέση με την κλασική έννοια της Πολιτικής ως της συλλογικής αυτο-διεύθυνσης των πολιτών, αλλά ούτε καν πληροί τα κριτήρια μιας αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» (που δεν έχει βέβαια σχέση με πραγματική δημοκρατία). Και αυτό, διότι η όλη διαδικασία για να περάσουν τα κτηνώδη μέτρα που θα γονατίσουν τα λαϊκά στρώματα για δεκαετίες, στηρίχθηκε σε μια σειρά από απάτες…».
Τάκης Φωτόπουλος, Ελευθεροτυπία, Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010
Οι ψηφοφόροι έδωσαν την απάντησή τους. Η μεγάλη αποχή - την οποία επέλεξε περίπου 1,5 εκατομμύριο ενεργών μέχρι πρόσφατα ψηφοφόρων - τα λευκά, τα άκυρα, η έκταση της επιτυχίας μεγάλου αριθμού ανεξάρτητων υποψηφίων σε όλη τη χώρα και η εκλογική άνοδος των διασπαρμένων αριστερών ψηφοδελτίων υποδηλώνουν ότι τα σημερινά κόμματα εξουσίας δυσκολεύονται πλέον να χειραγωγήσουν την κοινωνική αποδοκιμασία για τα αδιέξοδα στα οποία έχουν οδηγήσει τους πολίτες. Αυτή η εντυπωσιακά διευρυμένη εκλογική αποχή αποτέλεσε τη μαζικότερη και ισχυρότερη αντίδραση στη ρητορική των πολιτικών κομμάτων. Μία ξεκάθαρη έκφραση απογοήτευσης, θυμού και οργής. Έκφραση της αίσθησης που έχουν οι πολίτες ότι το πολιτικό σύστημα δεν δίνει εναλλακτικές λύσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι στο δεύτερο γύρο των εκλογών που στις περισσότερες κρινόμενες περιπτώσεις η επιλογή αφορούσε υποψήφιους του δικομματισμού, η αποχή αυξήθηκε μέχρι και στο 65%. Ειδικότερα, οι 26 υποψήφιοι Περιφερειάρχες τους οποίους υποστήριξαν τα δύο μεγάλα κόμματα, σε αρκετές περιπτώσεις και με τη σύμπραξη και του ΛΑ.Ο.Σ. (από 13 το καθένα), μετά βίας ξεπέρασαν αθροιστικά τα 3,5 εκατομμύρια ψήφων, δηλαδή περίπου το 50% των ενεργών ψηφοφόρων, αυτών που είχαν προσέλθει στις κάλπες πριν από μόλις ένα χρόνο, τον Οκτώβριο του 2009!!!
«Μέμφεται όσους δεν προσήλθαν στις κάλπες να ψηφίσουν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Δικαίωμά του. Δικαίωμα όμως και των αποσχόντων να επιμένουν ότι η στάση τους αυτή στέλνει πολιτικό μήνυμα, που δεν είναι άλλο απ' αυτό της θέλησής τους για ριζική ανατροπή του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος, που ούτε αντιπροσωπευτικό ούτε δημοκρατικό είναι. Και ας διαφωνεί ο Πρόεδρός μας...».
Γιώργος Σταματόπουλος, Ελευθεροτυπία, Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010
«Ο κατά το αστικό μας σύνταγμα ανώτατος πολιτειακός άρχοντας, ή ο κατά Ρουσό ανώτατος υπηρέτης του λαού, δήλωσε ότι «μέμφεται (δηλαδή, κατηγορεί, ψέγει, κακίζει) όσους εκφράζουν την οργή τους από τον καναπέ», δηλαδή όσους απέχουν από τις εκλογές -εκτός κι αν εννοούσε ότι μέμφεται όσους δεν βγαίνουν να διαμαρτυρηθούν στους δρόμους, οπότε και ταπεινά του ζητάμε συγνώμη. Με αυτόν όμως τον τρόπο, ναι μεν υπερασπίζεται τόσο τον τυπικά υποχρεωτικό χαρακτήρα της ψήφου όσο, και κυρίως, την αστική περί δημοκρατίας αντίληψη, με βάση την οποία «οι πολίτες βγαίνουν για μια στιγμή από την εξάρτηση για να υποδείξουν τον αφέντη τους και ξαναμπαίνουν μέσα», από την άλλη όμως «μέμφεται» τους μισούς και βάλε ψηφοφόρους που απείχαν, θέτοντας θέμα δικής του νομιμοποίησης.
Και θέτει θέμα νομιμοποίησής του, διότι εκ του ρόλου του πρέπει να σέβεται και να υπηρετεί, και όχι να «μέμφεται», το μεγάλο εκείνο τμήμα του λαού που αποφάσισε να απέχει για να καταδείξει με αυτόν τον τρόπο τη δυσφορία του απέναντι σε μια πολιτική ξεπουλήματος και οδυνηρών μέτρων, την οποία μάλιστα και ο ίδιος αδιαμαρτύρητα προσυπογράφει».
Γιώργος Ρούσης, Καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010
Γιατί όμως άραγε προέβηκε σ’ αυτή τη δήλωση ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας; Γιατί πολύ απλά, δύο είναι οι παράγοντες που, σε διεθνείς έρευνες και μελέτες, λογίζονται ως ερμηνευτικές παράμετροι για την κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος: Ο βαθμός της αποχής από τις εκλογές και η έκταση κατακερματισμού της ψήφου, ιδιαίτερα σε μια πολιτική κουλτούρα ιστορικά διπολική και σ' ένα πολιτικό σύστημα ανθεκτικά δικομματικό. Οι μέχρι τώρα έρευνες κοινής γνώμης έχουν αναδείξει και τα δύο περίτρανα. Σ’ αυτές λοιπόν τις εκλογές το πολιτικό σύστημα αποδοκιμάστηκε. Και έτσι δια της αποχής αναδείχτηκε ξεκάθαρα η κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος!
Μοναδική ελπίδα των παλαιών πολιτικών διαχειριστών είναι η αποδοκιμασία αυτή, πρώτον, να μην πάρει χαρακτηριστικά γενικευμένης κοινωνικής αντίδρασης και, δεύτερον, η αποστροφή αυτή να ενσωματωθεί γρήγορα σε δήθεν νέες διευρυμένες και ανανεωμένες μορφές πολιτικής έκφρασης και εκτόνωσης. Όμως και τα δύο ζητούμενα είναι αλληλένδετα και αλληλοτροφοδοτούμενα.
Αρκετοί πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι δύσκολα μπορούν να αποδοθούν ενιαία ποιοτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά στους απέχοντες-διαμαρτυρόμενους. Ναι, η αποχή δεν είναι πάντοτε μία και ενιαία και ούτε έχει πάντα τα ίδια χαρακτηριστικά που κάποιοι της προσδίδουν. Γι’ αυτό ίσως και η εξουσία ευελπιστεί ότι το μεγαλύτερο μέρος των δυσαρεστημένων θα επανέλθει αργά ή γρήγορα στον ίσιο δρόμο τής πολιτικά ορθής επιλογής, δηλαδή σε κάποιο, παλαιό ή νέο, κομματικό μαντρί.
Τα στοιχεία όμως αρκετών ερευνών που είδαν το φως της δημοσιότητας μετά τις εκλογές φαίνεται ότι τους διαψεύδουν. Δείχνουν, με αποκαλυπτικό τρόπο, ότι 8 στους 10 πολίτες που απείχαν από τις δημοτικές εκλογές το έκαναν συνειδητά, ως πράξη διαμαρτυρίας, αποδοκιμάζοντας την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα συνολικά. Ως συνειδητή πολιτική στάση και όχι για λόγους απάθειας ή ανοχής. Το γεγονός λοιπόν, ότι το μισό εκλογικό σώμα δείχνει με την πολιτική συμπεριφορά του ότι δεν αντιπροσωπεύεται πια από το πολιτικό σύστημα, έτσι όπως αυτό λειτουργεί 35 χρόνια τώρα, προβληματίζει στα λόγια αλλά αγνοείται στην πράξη – για πόσο ακόμη; - από τις ηγεσίες των κομμάτων. Οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., παρ' ότι δηλώνουν σε όλους τους τόνους ότι αναγνωρίζουν το πρόβλημα (sic), δεν ανησυχούν ιδιαίτερα. Αμφότεροι πιστεύουν ότι πρόκειται για ψηφοφόρους που θα κερδίσουν ξανά στο άμεσο μέλλον, καθώς υποστηρίζουν ότι «δεν υπάρχει άλλη πρόταση εξουσίας»! Συνεργάτες μάλιστα του πρωθυπουργού δήλωναν ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα, καθώς αναδείχθηκε πάλι πρώτο κόμμα το ΠΑΣΟΚ, για το οποίο εκτιμούν ότι ήταν προτιμότερη η αποχή από το να διοχετευόταν αλλού η ψήφος. «Είναι λογικό να υπάρχει μια αυξημένη αποχή, λόγω της δύσκολης συγκυρίας» λένε. Άλλωστε η αποχή ως διαμαρτυρία συνηθίζεται σε δημοτικές εκλογές και ευρωεκλογές. «Πιστεύουμε όμως ότι πρόκειται κυρίως για δικούς μας ψηφοφόρους, που θα ξαναγυρίσουν». Τόση σιγουριά! Τέτοιος κυνισμός!
Όποιος όμως πιστεύει με περισσή αλαζονεία ότι του ανήκει το εκλογικό σώμα κάνει πολύ μεγάλο λάθος. Ενίοτε και ανεπανόρθωτο.
Βέβαια, αν θεωρήσουμε ότι το εκβιαστικό προεκλογικό δίλημμα του πρωθυπουργού έπιασε τόπο, ίσως η προσδοκία αυτή είναι βάσιμη. Όμως εδώ υπάρχει ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Η επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών, οι αστοχίες του προγράμματος λιτότητας, η αύξηση των ελλειμμάτων οδηγούν αναγκαστικά σε νέες περικοπές μισθών, αυξήσεις φόρων, απολύσεις και μαζική ανεργία. Οι τελευταίες εξελίξεις αποδεικνύουν αναμφισβήτητα ότι δεν αξιολογήθηκε από τα πολιτικά κόμματα – ή δεν αξιολογήθηκε σωστά και δεν αναλύθηκε διεξοδικά – η επιλογή των πολιτών να απέχουν από την εκλογική διαδικασία. Δεν εκλήφθηκε καν από το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κόσμου ως συνειδητή πολιτική πράξη. Υποτιμήθηκε και υποτιμάται η πολιτική δύναμη και ενδεχομένως ο πρωταγωνιστικός ρόλος των πολιτών και κυρίως αυτών που απείχαν των εκλογών. Όμως, η αποστασιοποίηση των πολιτών από την εκλογική διαδικασία αυξάνεται διαρκώς. Η τάση αυτή έχει, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, το χαρακτήρα ακορντεόν. Ανοίγει στις ενδιάμεσες εκλογές (Ευρωεκλογές – Α’ και Β’ βαθμός Αυτοδιοίκησης) και κλείνει στις βουλευτικές. Με μια πολύ σημαντική διαφορά: η νέα «ισορροπία» και ιδιαίτερα του δικομματισμού αποκαθίσταται κάθε φορά σε χαμηλότερο σημείο. Το κλείσιμο γίνεται σε πιο χαμηλό ποσοστό. Όλο και περισσότεροι πολίτες, ειδικά από τη νέα γενιά, σταθερά γυρίζουν την πλάτη σε κόμματα κι εκλογές. Η συνεχής αυξητική τάση των λευκών και των άκυρων πάντως, έστω και σε επίπεδο τοπικών εκλογών, είναι πια προφανές ότι συνδέεται με τη συνολικότερη πολιτική συμπεριφορά, που έχει να κάνει με το σταδιακό άλλα σταθερό «γύρισμα της πλάτης» στο πολιτικό σύστημα.
Και πώς αλλιώς αν σκεφτούμε περαιτέρω, την προ πολλού δρομολογημένη «νόθευση» ακόμα και της Βουλής με πρόσωπα του lifestyle, όταν δηλαδή η ίδια η πολιτική μετατρέπεται σε showbiz. Όταν σύμφωνα με μια αντίληψη που επικρατεί ολοένα και περισσότερο στο χώρο της πολιτικής επικοινωνίας παγκοσμίως, άτομα που έγιναν γνωστά, κυρίως από τη συχνή παρουσία τους στην τηλεόραση (φωτομοντέλα, ηθοποιοί σαπουνόπερας, τραγουδιστές, πορνοστάρ, μάνατζερ, αθλητές, τηλεπαρουσιαστές, παρουσιαστές καιρού, γυμνάστριες, σεξολόγοι και, όπου να 'ναι, μαγείρισσες και μέντιουμ), άτομα γενικώς παντός καιρού χωρίς καμία προηγούμενη ενασχόληση με τα κοινά, πλαισιώνουν όλο και συχνότερα τις εκλογικές λίστες των κομμάτων. Αποκλειστικό διαβατήριο για την είσοδό τους στην πολιτική; Η αναγνωρισιμότητά τους στην ενιαία επετηρίδα δημοσιότητας. Γιατί στην κοινωνία των μέσων, σημαντικότερο ακόμα και από την πλέον υψηλή δεξιότητα είναι ο βαθμός αναγνωρισιμότητας. Παρόμοιες επιλογές όμως, εκτός των προβλημάτων που αναφύονται στην εσωτερική λειτουργία των κομμάτων, δημιουργούν προβλήματα και στη λειτουργία του ίδιου του πολιτικού συστήματος. Διότι κατ' αυτό τον τρόπο η απαξίωση της πολιτικής συντελείται πρώτα εκ των έσω, δηλαδή από τα ίδια τα επιτελεία των κομμάτων που προτείνουν τους εν λόγω υποψηφίους και κατόπιν από τους εκλογείς. Όσο λοιπόν οι πολιτικοί μας ταγοί θα καταφεύγουν σε παρόμοιες λύσεις αλίευσης ψήφων με υποψήφιους «κράχτες» (πρόσφατη ενδεικτική περίπτωση ο θρίαμβος του Ηλία Ψινάκη στο ψηφοδέλτιο του Ν. Κακλαμάνη) ομολογώντας έμμεσα την ιδεολογική τους ανεπάρκεια και την επιχειρηματολογική τους ένδεια, ας μην αναρωτιούνται την επομένη των εκλογών γιατί ολοένα και περισσότεροι πολίτες θα τους γυρνούν την πλάτη αυξάνοντας με γεωμετρική πρόοδο τα ποσοστά αποχής.
Γιατί η ανάγνωση των αποτελεσμάτων μπορεί ενίοτε να είναι και αμφίσημη, καθώς στην πολιτική - όπως και στη ζωή εξάλλου - σημασία δεν έχει μόνο πόσα κερδίζει κανείς αλλά και πόσα χάνει με τις εκάστοτε επιλογές του.
«…Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου των περιφερειακών εκλογών, οι περιφερειάρχες και οι δήμαρχοι που εκλέχθηκαν, με δεδομένο το ποσοστό της αποχής, των λευκών και των άκυρων, εκφράζουν την επιλογή μιας μικρής μειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Έτσι, για παράδειγμα, κάποιος που πήρε το 51% των ψήφων στην Αττική, αν συνυπολογίσουμε αποχή, λευκά και άκυρα, που ήταν 75% (64% πανελλαδικά), πήρε στην πραγματικότητα 51% του 25% , δηλαδή κάτω από 13%! Και αν δίχως αμφιβολία με αυτό το ποσοστό και λίγο παραπάνω είναι αντίστοιχα νόμιμοι περιφερειάρχης ή δήμαρχος, άλλο τόσο έχουμε το δικαίωμα να τον αμφισβητούμε ως εκπρόσωπο της βούλησης της πλειοψηφίας του λαού της περιοχής του. …Καταλαβαίνουμε ότι αυτό το αποτέλεσμα είναι πολύπλευρα αμφισβητήσιμο• αν όχι στενά νομικά, σίγουρα λογικά, ηθικά και πολιτικά».
Γιώργος Ρούσης, Καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010
Η αποχή ήταν μια έκδηλη και σαφέστατη – και με αυτόν τον τρόπο εκπεφρασμένη – πολιτική θέση. Μια καθολική σχεδόν διαμαρτυρία ακόμα και για συγκεκριμένες επιλογές καταλογιστέες σε υπαρκτά πρόσωπα, τα οποία στελεχώνουν λειτουργίες. Όποιες και αν είναι αυτές. Και δεν αποτελεί αδιαφορία ή ένδειξη μιας ευρύτερης και επικίνδυνης αποπολιτικοποίησης των… πολιτών. Τόσο η συγκεκριμένη αποχή όσο και η, από καιρό, διάχυτη απαξιωτική αίσθηση αποτελούν υγιέστατες αντιδράσεις για τον τρόπο άσκησης της διαχρονικής διακυβέρνησης της χώρας. Η αξιολόγηση ότι οι εκλογές όχι μόνο δεν δίνουν λύσεις, αλλά και ότι δεν εκφράζουν καν προοπτικές λύσεων οδήγησαν στη μεγάλη αποχή, το λευκό και το άκυρο. Πρόκειται συνεπώς για ενεργότατη πολιτική συμμετοχή αρνητικού περιεχομένου. Οι απέχοντες δεν απείχαν. Η αποχή ήταν συνειδητή αντίσταση.
Η αντιμετώπιση τέτοιων δικαιολογημένων φαινομένων απαιτεί να αναζητηθούν καινούριοι δρόμοι έκφρασης των απόψεων της πλειοψηφίας των πολιτών. Πριν αρχίσει να κατακτά η αίσθηση του αδιεξόδου, του «δεν αξίζει τον κόπο» και του «τίποτα δεν γίνεται», την πλειοψηφία των πολιτών, οφείλουμε όλοι οι πολίτες να αντιταχτούμε στον λανθάνοντα αυταρχισμό κύκλων της κυβέρνησης, αλλά και στο πολιτικό σύστημα γενικότερα και να το ανατρέψουμε στην πράξη. Οι «αυτοδιοικητικές εκλογές» ήταν μόνο μια αφορμή. Γιατί μέσω των εκλογών προέκυψε τουλάχιστον η καταδίκη της κυβερνητικής πολιτικής συνολικά, και όχι μόνο εκείνης που σχετίζεται με το μνημόνιο. Διαφορετικά η παραπάνω αντίληψη θα οδηγήσει απευθείας στο συνδυασμό τυφλής βίας και αδράνειας. Να αποτρέψουμε τη συνεχώς αυξανόμενη τάση αποδυνάμωσης της δημοκρατίας, με μέτρα εμπλουτισμού της.
«Ήταν μια νίκη κατά των φαινομένων. Δυστυχώς αυτή η χώρα από την εποχή της μεταπολίτευσης και μετά ζει μια παρατεταμένη περίοδο των χαρισματικών ηγετών. Μόνο χαρά, λοιπόν, μου προκαλεί να βλέπω τον Γιώργο Καμίνη ή το Γιάννη Μπουτάρη με τη συμπαθητική τους αμηχανία και τις αντιτηλεοπτικές τους φυσιογνωμίες και φωνές. Δεν είναι επαγγελματίες πολιτικοί, ούτε επαγγελματίες ιδεολόγοι. Είναι κανονικοί άνθρωποι που τους ψηφίσαμε γιατί διαφέρουν από τα ζόμπι που κυβερνούν».
Φοίβος Δεληβοριάς, Επτά, Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010
Ίσως ήταν η πρώτη φορά στην εκλογική ιστορία της χώρας, μετά το 1974, όπου μια κατά τα άλλα εκλογή «δεύτερης τάξης» παραλίγο να αναδείξει μια ανυπολόγιστων διαστάσεων και απρόβλεπτων προεκτάσεων κρίση του συνολικού πολιτικού συστήματος και του σκληρότερου πυρήνα του, της ίδιας της εξουσίας.
Για πολλούς λοιπόν λόγους οι εκλογές αυτές θα μείνουν στη θύμησή μας. Δύο σχετικά λιγότερο προβεβλημένοι λόγοι είναι πως στην πλάτη των μεταναστών παίχτηκαν άγρια παιχνίδια και πως για πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, η Χρυσή Αυγή θα εκπροσωπείται στο δημοτικό συμβούλιο της πρωτεύουσας της χώρας... Ο σημαντικότερος όμως κατά την άποψή μας είναι ένας: Η μεγάλη αποχή, η οποία μαζί με το λευκό και το άκυρο εκτινάχθηκε σε δυσθεώρητα, για τα ελληνικά δεδομένα, ύψη. Αυτή η αποχή που ερμηνεύεται ως σημαντικότατη αύξηση της (μη) ψήφου διαμαρτυρίας για την κυβερνητική πολιτική, αλλά και ως απόρριψη του πολιτικού προσωπικού και του πολιτικού συστήματος. Το πολιτικό μήνυμα των εκλογών – αν υπάρχει ένα μόνο - ήταν η αποχή, τα λευκά και άκυρα ως απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Ή αν προτιμάτε όπως το κατέγραψε σε πρωτοσέλιδό της στις 16.11.2010 η «Καθημερινή»: «Εντολή ανανέωσης της πολιτικής». Ένα ξεκάθαρο μήνυμα για αλλαγή πολιτικής Ήταν το πιο ηχηρό μήνυμα αυτών των εκλογών.
Ο Αμερικανός ηγέτης του κινήματος των μαύρων Μάλκολμ Χ είχε πει ότι «συνήθως, όταν οι άνθρωποι είναι στενοχωρημένοι δεν κάνουν τίποτα, όταν όμως είναι οργισμένοι επιφέρουν την αλλαγή».
Και φυσικά, σίγουρα θα βρεθούν κάποιοι θα μας πουν ότι η αποχή δεν παράγει πολιτικά αποτελέσματα, ότι κάποιοι τη χρησιμοποίησαν και θα τη χρησιμοποιήσουν για να στηρίξουν τα δικά τους προειλημμένα συμπεράσματα, ότι δεν πρόκειται τόσο για επιθετική αποστασιοποίηση του εκλογικού σώματος ένεκα κυρίως του Μνημονίου. Άλλοι θα μιλήσουν για συναισθηματικό προσανατολισμό της αποχής ή για παράλυση των ανακλαστικών ή για ριζική αδιαφορία για το συλλογικό συμφέρον ή, ακόμα και για «απελπισμένη παραίτηση απ' την ελπίδα συμμετοχής στη διαλεκτική των εξελίξεων». Ίσως είναι κι έτσι. Εξάλλου, αυτοί ξέρουν πάντα καλύτερα…
Το σίγουρο και το προφανές είναι ότι το ακροατήριο μειώνεται. Τα κόμματα πανηγυρίζουν, αλλά η πλατεία αδειάζει. Αργά, αλλά σταθερά. Σε κάθε αναμέτρηση, ο δικομματισμός βρίσκεται ένα σκαλί πιο κάτω. Έχει τις δυνάμεις να κάνει θεαματική επανάκαμψη; Μπορεί το ακροατήριο να επιστρέψει στην πλατεία; Ποιος έχει τη δυνατότητα να το κερδίσει; Η εξέλιξη της κρίσης θα δώσει τις απαντήσεις.
«…Και όχι τίποτα άλλο, έχετε μετά τα μούτρα και βγαίνετε στα πάνελ να δηλώσετε – με περίσκεψιν, αλλά χωρίς αιδώ – «πρέπει να σκύψουμε πάνω στο μήνυμα της αποχής!»…
…Όταν ένας λαός βουλιάζει, δεν ψηφίζει αυτούς που έκαναν το πλοίο σαπιοκάραβο! Δεν ψηφίζει καν! Όταν ένας λαός βουλιάζει, το μόνο που κάνει είναι να βρει άκρη πώς στην ευχή θα δέσει τα κορδόνια του σωσιβίου του!
Και αυτά, κυρίες και κύριοι του Κοινοβουλίου, είναι τα απλά, τα σταράτα λόγια της πλώρης του 2010!».
Λόγια της πλώρης, της Έλενας Ακρίτα, Τα Νέα, 27–11-2010
Και μετά ήρθαν οι γιορτές… Γι’ αυτό ευχόμαστε σε όλους Καλή Χρονιά, δημιουργία, προκοπή και κυρίως… αγωνιστική διάθεση!
Δεκέμβρης 2010
Τσιουκαρδάνης Νικόλαος
πολίτης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου