Επιστροφή σε νέες POWER και νέες ULEN; Μοιάζει απλοϊκό το ερώτημα, ακούγεται όμως όλο και πιο έντονα καθώς η κυβέρνηση, υπό τις εντολές της τρόικα, προχωράει στην περαιτέρω και πλήρη ιδιωτικοποίηση νευραλγικής σημασίας επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας.
Η τραγική δε ειρωνεία (αν μπορούμε να μιλήσουμε με τέτοιους όρους για να περιγράψουμε την ανισορροπία του συστήματος) είναι ότι εξήντα ένα χρόνια πριν, συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο.
Με ψήφους όλων των κομμάτων της Βουλής, χορηγήθηκε τότε στη ΔΕΗ με τον ιδρυτικό της νόμο (1468/1950) το αποκλειστικό προνόμιο παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη τη χώρα. Κρίθηκε αναγκαία η εξαγορά των περίπου 400 ιδιωτικών (υπήρχαν και κάποιες δημοτικές και κοινοτικές) ηλεκτρικών επιχειρήσεων, ελληνικών και πρωτίστως ξένων συμφερόντων, προκειμένου να προχωρήσει και να εξασφαλιστεί ο εξηλεκτρισμός της χώρας. Πολιτικό θάρρος
«Η ψήφιση του νόμου 3523/1956 για την εξαγορά (σ.σ. από τη ΔΕΗ), δηλαδή ουσιαστικά για την κρατικοποίηση όλων των ηλεκτρικών επιχειρήσεων της χώρας ήταν πράξη πολιτικού θάρρους», σημειώνει ο Σπύρος Βασιλακόπουλος, ένας από τους προϊσταμένους του τεχνικού ταχυσυνεργείου που έκανε τις εξαγορές, στο βιβλίο του «Η εξαγορά των ηλεκτρικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα» (που μαζί με άλλο πλούσιο υλικό τόσο για τη διαδικασία των εξαγορών όσο και για τις ίδιες τις ηλεκτρικές επιχειρήσεις φυλάσσεται στο Ιστορικό Αρχείο ΔΕΗ).
Επιδίωξη του νόμου ήταν: η ενιαία ορθολογική οργάνωση της παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας, η δημιουργία των προϋποθέσεων για την επέκταση των δικτύων στην ύπαιθρο, η βελτίωση των συνθηκών διανομής στις επαρχιακές πόλεις και η καθιέρωση ενιαίων τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη τη χώρα.
Με εξαίρεση, αναφέρει ο κ. Βασιλακόπουλος, την Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών-Πειραιώς (ιδιωτική επιχείρηση ελεγχόμενη και διοικούμενη από την White Hall Group του Λονδίνου) και μερικές επαρχιακές εκμεταλλεύσεις, οι εγκαταστάσεις παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας των λοιπών ηλεκτρικών επιχειρήσεων ήταν παλιές και ανεπαρκείς.
Οσο για τις τιμές; Ενδεικτικά τα παραδείγματα: το 1955 η τιμή της κιλοβατώρας του ρεύματος φωτισμού στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς ήταν 1,417 δρχ., στον Πύργο ήταν 5,83 δρχ., στη Φλώρινα 4,99 δρχ., στην Κύμη 7,98 δρχ., στην Ανδρίτσαινα 11,30 δρχ.
«Ο πρόσθετος παράγοντας της ανασυγκρότησης μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και ο ρυθμιστικός
ρόλος που έπαιζε ο παράγοντας της ξένης βοήθειας τόσο για τον σχεδιασμό όσο και για τη χρηματοδότηση των μεταπολεμικών έργων μεγάλης κλίμακας έθεσαν δεσμευτικά στην ουσία πλαίσια στην εξέλιξη της ηλεκτρικής βιομηχανίας προς την κατεύθυνση του κρατικού μονοπωλίου», σημειώνει ο Νίκος Παντελάκης, στέλεχος του Ιστορικού Αρχείου της Εθνικής Τράπεζας, στο βιβλίο του «Ο εξηλεκτρισμός της Ελλάδας. Από την ιδιωτική πρωτοβουλία στο κρατικό μονοπώλιο (1889-1956)».
Οπως και να 'χει, δεν μπορεί να μη σκεφτεί κάποιος πως ό,τι δεν μπόρεσαν λόγω των τεράστιων επενδύσεων που απαιτούνταν, π.χ. για την αξιοποίηση των εγχώριων πλουτοπαραγωγικών πόρων, ή δεν συνέφερε τα ιδιωτικά κεφάλαια, ξένα και εγχώρια, να κάνουν, βάζοντας περισσότερα χρήματα και παίρνοντας μεγαλύτερα ρίσκα, έπρεπε να έρθει το κράτος να το κάνει. Οχι μόνο για να φτάσει και στο τελευταίο χωριό το ρεύμα, αλλά και για να έχουν ηλεκτρική ενέργεια με ομοιόμορφους και φθηνούς όρους όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι της αναπτυσσόμενης ελληνικής βιομηχανίας.
Προνόμια
Ενδεικτική, στο πλαίσιο μια μικρής αναδρομής, η αναφορά έστω και επιγραμματικά στις δύο συμβάσεις που υπογράφτηκαν το 1925, στα χρόνια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Με τη μία απ' αυτές, το κράτος παραχωρούσε στον αγγλοελληνικό όμιλο και συγκεκριμένα στην Power and Traction Finance Company Ltd και στο Συνδικάτο Μελετών και Επιχειρήσεων (σύμφωνα με τη σχετική βιβλιογραφία, αντιπροσωπεύει στην υπόθεση αυτή το σύνολο σχεδόν του ελληνικού τραπεζικού κεφαλαίου) το αποκλειστικό προνόμιο της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και το προνόμιο των μεταφορών (συγκοινωνιών) στην περιοχή Αθήνας, Πειραιά και περιχώρων μέχρι την 21η Δεκεμβρίου 1985.
Εδινε δηλαδή στον όμιλο και το αποκλειστικό δικαίωμα εγκατάστασης-εκμετάλλευσης τροχιοδρόμων, εγκατάστασης-εκμετάλλευσης υπηρεσίας λεωφορείων μέσα σε ακτίνα 20 χιλιομέτρων από την πλατεία Ομονοίας και το αποκλειστικό δικαίωμα της εκμετάλλευσης του σιδηρόδρομου Αθήνας - Κηφισιά και Αθήνας - Πειραιά. Επιπροσθέτως, έδινε το δικαίωμα (αλλά όχι αποκλειστικό αυτή τη φορά) της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και έξω από την ακτίνα των 20 χιλιομέτρων από την Ομόνοια.
Η σύμβαση αυτή, όπως γράφει στο βιβλίο του ο κ. Παντελάκης, θα επικυρωθεί από τη Βουλή το 1927 παρά τη σφοδρή κριτική που θα δεχτεί από ορισμένες πτέρυγες γιατί η δύναμη του αγγλοελληνικού ομίλου είναι μεγάλη. «Πράγματι η συνεργασία με τους Αγγλους την εποχή εκείνη, σημειώνει, άγγιζε βαθύτερες πολιτικές και οικονομικές επιλογές της περιόδου. Η ανάμιξη της αγγλικής κυβέρνησης στη σύμβαση είναι δεδομένη».
Από την αγορά των εν λόγω περιοχών εκτοπίζεται η Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρεία, φορέας γαλλικών, βελγικών και ελληνικών συμφερόντων (θα συνεχίσει τις δραστηριότητες σε 12 επαρχιακές πόλεις). Αναγκάζεται στην ουσία να παραδώσει στους νέους αναδόχους τις εγκαταστάσεις της στην περιοχή Αθηνών για εκμετάλλευση. Σε ειδικό όρο της σύμβασης προβλεπόταν ακόμη και αναγκαστική απαλλοτρίωση (!) των εγκαταστάσεων από το Δημόσιο, αν δεν τα έβρισκαν οι δύο ανταγωνιστές, προκειμένου να παραδοθούν στον νέο ανάδοχο.
Αμερικανοί
Η δεύτερη σύμβαση υπογράφτηκε μεταξύ της τότε κυβέρνησης, της αμερικανικής εταιρείας ULEN και της Τράπεζας Αθηνών για την κατασκευή έργων ύδρευσης στην πρωτεύουσα. Προέβλεπε την ίδρυση της «Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Υδάτων των πόλεων Αθηνών- Πειραιά και Περιχώρων» - με μετόχους την ULEN (50%) και την Τράπεζα Αθηνών (50%)- η οποία και θα αναλάμβανε τη διαχείριση και την εκμετάλλευση των έργων που θα κατασκεύαζε, για 22 έτη- αυτή τουλάχιστον ήταν η αρχική προθεσμία. Το '74, τελικά, οι Αμερικανοί θα πουλήσουν το μερίδιό τους στον έτερο μέτοχο, που ήταν πλέον η Εθνική Τράπεζα.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στο άρθρο 22 της σύμβασης υπήρχε πρόβλεψη ότι το τιμολόγιο του νερού θα καθοριζόταν με τρόπο τέτοιο ώστε να εξασφαλίζει εισπράξεις και προσόδους επαρκείς για την πληρωμή των εξόδων λειτουργίας και συντήρησης των υδραυλικών έργων... Αν αυτό δεν επιτυγχανόταν κατά το διάστημα ενός έτους, η κυβέρνηση θα αύξανε το τιμολόγιο τάχιστα, ώστε να συμπληρωθεί το αναγκαίο ποσό.
Σήμερα το επιχείρημα της αντιμετώπισης του χρέους και διά της ιδιωτικοποίησης των επιχειρήσεων αυτών έχει το αντεπιχείρημά του: τις χρηματιστηριακά απαξιωμένες, αυτή τη στιγμή, μετοχές τους. Πρωτίστως όμως ότι αφορούν την παροχή δημόσιων αγαθών.
Το εάν τώρα κάποιοι επιθυμούν να επενδύσουν τα λιμνάζοντα λόγω κρίσης κεφάλαιά τους για να κάνουν «χρυσές δουλειές» με την ενέργεια και το νερό, είναι άλλο θέμα...
Μην ξεχνάμε όμως τις επιπτώσεις, πριν από κάποια χρόνια, από το «άνοιγμα» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Καλιφόρνια: Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι βρέθηκαν χωρίς ρεύμα, τα μπλακ άουτ ήταν αλλεπάλληλα και οι τιμές σε αντίθεση με το επιδιωκόμενο σε κάποιες περιοχές, όπως στο Σαν Ντιέγκο, εκτινάχθηκαν. Εnet.gr
Αναρτήθηκε από Δ.Α.Κ.Ε. - ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ (ΔΕΗ)
Η τραγική δε ειρωνεία (αν μπορούμε να μιλήσουμε με τέτοιους όρους για να περιγράψουμε την ανισορροπία του συστήματος) είναι ότι εξήντα ένα χρόνια πριν, συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο.
Με ψήφους όλων των κομμάτων της Βουλής, χορηγήθηκε τότε στη ΔΕΗ με τον ιδρυτικό της νόμο (1468/1950) το αποκλειστικό προνόμιο παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη τη χώρα. Κρίθηκε αναγκαία η εξαγορά των περίπου 400 ιδιωτικών (υπήρχαν και κάποιες δημοτικές και κοινοτικές) ηλεκτρικών επιχειρήσεων, ελληνικών και πρωτίστως ξένων συμφερόντων, προκειμένου να προχωρήσει και να εξασφαλιστεί ο εξηλεκτρισμός της χώρας. Πολιτικό θάρρος
«Η ψήφιση του νόμου 3523/1956 για την εξαγορά (σ.σ. από τη ΔΕΗ), δηλαδή ουσιαστικά για την κρατικοποίηση όλων των ηλεκτρικών επιχειρήσεων της χώρας ήταν πράξη πολιτικού θάρρους», σημειώνει ο Σπύρος Βασιλακόπουλος, ένας από τους προϊσταμένους του τεχνικού ταχυσυνεργείου που έκανε τις εξαγορές, στο βιβλίο του «Η εξαγορά των ηλεκτρικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα» (που μαζί με άλλο πλούσιο υλικό τόσο για τη διαδικασία των εξαγορών όσο και για τις ίδιες τις ηλεκτρικές επιχειρήσεις φυλάσσεται στο Ιστορικό Αρχείο ΔΕΗ).
Επιδίωξη του νόμου ήταν: η ενιαία ορθολογική οργάνωση της παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας, η δημιουργία των προϋποθέσεων για την επέκταση των δικτύων στην ύπαιθρο, η βελτίωση των συνθηκών διανομής στις επαρχιακές πόλεις και η καθιέρωση ενιαίων τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη τη χώρα.
Με εξαίρεση, αναφέρει ο κ. Βασιλακόπουλος, την Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών-Πειραιώς (ιδιωτική επιχείρηση ελεγχόμενη και διοικούμενη από την White Hall Group του Λονδίνου) και μερικές επαρχιακές εκμεταλλεύσεις, οι εγκαταστάσεις παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας των λοιπών ηλεκτρικών επιχειρήσεων ήταν παλιές και ανεπαρκείς.
Οσο για τις τιμές; Ενδεικτικά τα παραδείγματα: το 1955 η τιμή της κιλοβατώρας του ρεύματος φωτισμού στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς ήταν 1,417 δρχ., στον Πύργο ήταν 5,83 δρχ., στη Φλώρινα 4,99 δρχ., στην Κύμη 7,98 δρχ., στην Ανδρίτσαινα 11,30 δρχ.
«Ο πρόσθετος παράγοντας της ανασυγκρότησης μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και ο ρυθμιστικός
ρόλος που έπαιζε ο παράγοντας της ξένης βοήθειας τόσο για τον σχεδιασμό όσο και για τη χρηματοδότηση των μεταπολεμικών έργων μεγάλης κλίμακας έθεσαν δεσμευτικά στην ουσία πλαίσια στην εξέλιξη της ηλεκτρικής βιομηχανίας προς την κατεύθυνση του κρατικού μονοπωλίου», σημειώνει ο Νίκος Παντελάκης, στέλεχος του Ιστορικού Αρχείου της Εθνικής Τράπεζας, στο βιβλίο του «Ο εξηλεκτρισμός της Ελλάδας. Από την ιδιωτική πρωτοβουλία στο κρατικό μονοπώλιο (1889-1956)».
Οπως και να 'χει, δεν μπορεί να μη σκεφτεί κάποιος πως ό,τι δεν μπόρεσαν λόγω των τεράστιων επενδύσεων που απαιτούνταν, π.χ. για την αξιοποίηση των εγχώριων πλουτοπαραγωγικών πόρων, ή δεν συνέφερε τα ιδιωτικά κεφάλαια, ξένα και εγχώρια, να κάνουν, βάζοντας περισσότερα χρήματα και παίρνοντας μεγαλύτερα ρίσκα, έπρεπε να έρθει το κράτος να το κάνει. Οχι μόνο για να φτάσει και στο τελευταίο χωριό το ρεύμα, αλλά και για να έχουν ηλεκτρική ενέργεια με ομοιόμορφους και φθηνούς όρους όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι της αναπτυσσόμενης ελληνικής βιομηχανίας.
Προνόμια
Ενδεικτική, στο πλαίσιο μια μικρής αναδρομής, η αναφορά έστω και επιγραμματικά στις δύο συμβάσεις που υπογράφτηκαν το 1925, στα χρόνια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Με τη μία απ' αυτές, το κράτος παραχωρούσε στον αγγλοελληνικό όμιλο και συγκεκριμένα στην Power and Traction Finance Company Ltd και στο Συνδικάτο Μελετών και Επιχειρήσεων (σύμφωνα με τη σχετική βιβλιογραφία, αντιπροσωπεύει στην υπόθεση αυτή το σύνολο σχεδόν του ελληνικού τραπεζικού κεφαλαίου) το αποκλειστικό προνόμιο της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και το προνόμιο των μεταφορών (συγκοινωνιών) στην περιοχή Αθήνας, Πειραιά και περιχώρων μέχρι την 21η Δεκεμβρίου 1985.
Εδινε δηλαδή στον όμιλο και το αποκλειστικό δικαίωμα εγκατάστασης-εκμετάλλευσης τροχιοδρόμων, εγκατάστασης-εκμετάλλευσης υπηρεσίας λεωφορείων μέσα σε ακτίνα 20 χιλιομέτρων από την πλατεία Ομονοίας και το αποκλειστικό δικαίωμα της εκμετάλλευσης του σιδηρόδρομου Αθήνας - Κηφισιά και Αθήνας - Πειραιά. Επιπροσθέτως, έδινε το δικαίωμα (αλλά όχι αποκλειστικό αυτή τη φορά) της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και έξω από την ακτίνα των 20 χιλιομέτρων από την Ομόνοια.
Η σύμβαση αυτή, όπως γράφει στο βιβλίο του ο κ. Παντελάκης, θα επικυρωθεί από τη Βουλή το 1927 παρά τη σφοδρή κριτική που θα δεχτεί από ορισμένες πτέρυγες γιατί η δύναμη του αγγλοελληνικού ομίλου είναι μεγάλη. «Πράγματι η συνεργασία με τους Αγγλους την εποχή εκείνη, σημειώνει, άγγιζε βαθύτερες πολιτικές και οικονομικές επιλογές της περιόδου. Η ανάμιξη της αγγλικής κυβέρνησης στη σύμβαση είναι δεδομένη».
Από την αγορά των εν λόγω περιοχών εκτοπίζεται η Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρεία, φορέας γαλλικών, βελγικών και ελληνικών συμφερόντων (θα συνεχίσει τις δραστηριότητες σε 12 επαρχιακές πόλεις). Αναγκάζεται στην ουσία να παραδώσει στους νέους αναδόχους τις εγκαταστάσεις της στην περιοχή Αθηνών για εκμετάλλευση. Σε ειδικό όρο της σύμβασης προβλεπόταν ακόμη και αναγκαστική απαλλοτρίωση (!) των εγκαταστάσεων από το Δημόσιο, αν δεν τα έβρισκαν οι δύο ανταγωνιστές, προκειμένου να παραδοθούν στον νέο ανάδοχο.
Αμερικανοί
Η δεύτερη σύμβαση υπογράφτηκε μεταξύ της τότε κυβέρνησης, της αμερικανικής εταιρείας ULEN και της Τράπεζας Αθηνών για την κατασκευή έργων ύδρευσης στην πρωτεύουσα. Προέβλεπε την ίδρυση της «Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Υδάτων των πόλεων Αθηνών- Πειραιά και Περιχώρων» - με μετόχους την ULEN (50%) και την Τράπεζα Αθηνών (50%)- η οποία και θα αναλάμβανε τη διαχείριση και την εκμετάλλευση των έργων που θα κατασκεύαζε, για 22 έτη- αυτή τουλάχιστον ήταν η αρχική προθεσμία. Το '74, τελικά, οι Αμερικανοί θα πουλήσουν το μερίδιό τους στον έτερο μέτοχο, που ήταν πλέον η Εθνική Τράπεζα.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στο άρθρο 22 της σύμβασης υπήρχε πρόβλεψη ότι το τιμολόγιο του νερού θα καθοριζόταν με τρόπο τέτοιο ώστε να εξασφαλίζει εισπράξεις και προσόδους επαρκείς για την πληρωμή των εξόδων λειτουργίας και συντήρησης των υδραυλικών έργων... Αν αυτό δεν επιτυγχανόταν κατά το διάστημα ενός έτους, η κυβέρνηση θα αύξανε το τιμολόγιο τάχιστα, ώστε να συμπληρωθεί το αναγκαίο ποσό.
Σήμερα το επιχείρημα της αντιμετώπισης του χρέους και διά της ιδιωτικοποίησης των επιχειρήσεων αυτών έχει το αντεπιχείρημά του: τις χρηματιστηριακά απαξιωμένες, αυτή τη στιγμή, μετοχές τους. Πρωτίστως όμως ότι αφορούν την παροχή δημόσιων αγαθών.
Το εάν τώρα κάποιοι επιθυμούν να επενδύσουν τα λιμνάζοντα λόγω κρίσης κεφάλαιά τους για να κάνουν «χρυσές δουλειές» με την ενέργεια και το νερό, είναι άλλο θέμα...
Μην ξεχνάμε όμως τις επιπτώσεις, πριν από κάποια χρόνια, από το «άνοιγμα» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Καλιφόρνια: Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι βρέθηκαν χωρίς ρεύμα, τα μπλακ άουτ ήταν αλλεπάλληλα και οι τιμές σε αντίθεση με το επιδιωκόμενο σε κάποιες περιοχές, όπως στο Σαν Ντιέγκο, εκτινάχθηκαν. Εnet.gr
Αναρτήθηκε από Δ.Α.Κ.Ε. - ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ (ΔΕΗ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου